Κούτρας Σ., Βογινδρούκας Ι.
Ανακοινώθηκε στο: 10ο Συνέδριο Πανελληνίου Συλλόγου Λογοπεδικών, Μάιος 2005, Θεσσαλονίκη
Η ακαμψία της σκέψης είναι ένα από τα τρία διαγνωστικά κριτήρια που συναντούνται στην αυτιστική διαταραχή. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δυσκολίας αυτής είναι τα εξής: αντίσταση στην αλλαγή (αν και όχι στην καινοτομία) που συμπεριλαμβάνει δυσκολία στην κατάκτηση νέων πληροφοριών, έμμονες ιδέες και ενασχολήσεις που περιλαμβάνουν εμμονές με συγκεκριμένες φόρμες, σχήματα, γράμματα, αριθμούς κ.ά., τα οποία αποκλείουν το νόημα και χαρακτηρίζονται από σταθερότητα, τελετουργικές συμπεριφορές, ηχολαλία και κατά συνέπεια αντιστροφή αντωνυμιών και ρηματικών καταλήξεων, στερεοτυπικές δραστηριότητες που αντικαθιστούν το παιχνίδι, φτωχή μίμηση μοντέλων πράξεων, φτωχή περιστασιακή μάθηση, και ελάχιστο συμβολικό παιχνίδι.
Σύμφωνα με τους Jordan & Powell (1995a), η άκαμπτη, κυριολεκτική και μη ευέλικτη σκέψη των ατόμων με αυτισμό είναι αποτέλεσμα δυσλειτουργίας της αλληλεπίδρασης τεσσάρων βασικών παραγόντων: της πρόσληψης των ερεθισμάτων, της κατηγοριοποίησης-επεξεργασίας τους, της αποθήκευσής τους και της ανάκλησής τους υπό μορφή πληροφοριών. Αποτέλεσμα των παραπάνω δυσκολιών είναι η αδυναμία εξαγωγής του νοήματος από τις προσλαμβανόμενες περιστάσεις και ιδιαίτερα από αυτές που σχετίζονται με την κοινωνικότητα (Frith 1989).
Τα άτομα με αυτισμό μπορούν να αλληλεπιδρούν με τους άλλους ανθρώπους και τα αντικείμενα σε ένα πρώτο επίπεδο, το οποίο αφορά τα αισθητηριακά ερεθίσματα. Όμως, επειδή δεν προσλαμβάνουν το ευρύτερο κοινωνικό και γνωστικό μήνυμα των βιωμένων καταστάσεων, έχουν χαμηλή ικανότητα να αλλάξουν τις ρουτίνες και τις συμπεριφορές. Γι’ αυτό προσπαθούν να κρατήσουν τη ζωή τους προβλέψιμη, εμμένοντας στα ίδια. Αποτέλεσμα αυτής της ανάγκης είναι η ανάπτυξη εμμονών, η εμφάνιση άσχημων συμπεριφορών στις αλλαγές και οι στερεοτυπικές δραστηριότητες.
Το φάσμα των εμμονών διαφέρει από άτομο σε άτομο και μπορεί να αφορά, για παράδειγμα, τη συλλογή κάποιων συγκεκριμένων ασήμαντων αντικειμένων ή την εμμονή σε ιδιαίτερες φόρμες ή μοντέλα, όπως τεμνόμενες γραμμές ή σπιράλ (Jordan 1996). Εκείνα τα άτομα με αυτισμό που αναπτύσσουν προφορική ομιλία μπορεί να συμπεριλαμβάνουν στις εμμονές τους και τον προφορικό λόγο, μιλώντας συνέχεια για το ίδιο πράγμα ή κάνοντας συνεχώς στερεότυπες ερωτήσεις στους άλλους.
Στις στερεοτυπικές και επαναληπτικές δραστηριότητες συμπεριλαμβάνονται οι στάσεις των δακτύλων του χεριού, το ανεβοκατέβασμα των χεριών, οι κινήσεις του σώματος και η παράξενη χρήση αντικειμένων και παιχνιδιών. Η Newson (1979a) υποστηρίζει ότι αυτές οι στερεοτυπικές συμπεριφορές μπορεί να παρατηρηθούν στα περισσότερα παιδιά με αυτισμό, ανεξάρτητα από το νοητικό τους δυναμικό, ενώ ο Rutter (1978) αντίθετα θεωρεί ότι συναντώνται περισσότερο σε παιδιά με χαμηλό νοητικό δυναμικό.
Σύμφωνα με τη Wing (1996, 2000), οι στερεοτυπίες είναι περισσότερο εμφανείς όταν το παιδί με αυτισμό είναι σε έξαρση ή όταν βλέπει κάτι το οποίο το ενδιαφέρει, ενώ η Newson (1979) τις ταυτίζει με την εμφάνιση του παιχνιδιού στα φυσιολογικά αναπτυσσόμενα παιδιά, υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι το μόνο είδος παιχνιδιού που μπορούν να αναπτύξουν, εξαιτίας των γνωστικών τους δυσκολιών, για να απασχολήσουν τους εαυτούς τους.